Οι επενδύσεις, παγκοσμίως, στην ενεργειακή μετάβαση ανήλθαν στο νέο ρεκόρ των 2,4 τρισεκατομμυρίων δολαρίων το 2024, παρουσιάζοντας αύξηση 20% από τον ετήσιο μέσο επίπεδο του 2022/23, σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (IRENA) και της Πρωτοβουλίας για την Κλιματική Πολιτική (CPI).
Περίπου το ένα τρίτο του ποσού αυτού, σύμφωνα με την έκθεση, κατευθύνθηκε σε τεχνολογίες Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), ωθώντας τις επενδύσεις σε αυτό τον τομέα στα 807 δισεκατομμύρια δολάρια.
Παρά το ορόσημο αυτό, προστίθεται, η ετήσια αύξηση των ΑΠΕ επιβραδύνθηκε σημαντικά, με τις ετήσιες επενδύσεις να αυξάνονται κατά 7,3% το 2024, σε σύγκριση με 32% το προηγούμενο έτος.
Σύμφωνα με την έκθεση του IRENA, το 96% των επενδύσεων σε ΑΠΕ κατευθύνθηκε στον τομέα της ενέργειας, συνεχίζοντας μια μακροπρόθεσμη τάση, ενώ οι παγκόσμιες επενδύσεις σε ηλιακά φωτοβολταϊκά έφτασαν στο επίπεδα ρεκόρ των 554 δισ. δολαρίων το 2024, αυξημένες κατά 49%.
Οι επενδύσεις σε ΑΠΕ, δίκτυα και αποθήκευση ενέργειας σε μπαταρίες ξεπέρασαν τις επενδύσεις σε ορυκτά καύσιμα το 2024, αν και αυξάνονται οι δαπάνες για ορυκτά καύσιμα.
Οι επενδύσεις σε τεχνολογίες ενεργειακής μετάβασης αυξήθηκαν παγκοσμίως, αλλά το 90% παρέμεινε συγκεντρωμένο στις προηγμένες οικονομίες και την Κίνα, αφήνοντας πίσω τις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες.
Ο Francesco La Camera, Γενικός Διευθυντής του IRENA, δήλωσε ότι «οι επενδύσεις στην ενεργειακή μετάβαση συνεχίζουν να αυξάνονται, αλλά όχι με τον ρυθμό που απαιτείται για την επίτευξη του παγκόσμιου στόχου τριπλασιασμού της δυναμικότητας των ΑΠΕ έως το 2030».
«Η χρηματοδότηση για τις ΑΠΕ αυξάνεται ραγδαία, αλλά παραμένει ιδιαίτερα συγκεντρωμένη στις πιο προηγμένες οικονομίες», πρόσθεσε.
Συνολικά, σύμφωνα με την έκθεση του IRENA, οι παγκόσμιες επενδύσεις σε εργοστάσια παραγωγής ηλιακής, αιολικής, μπαταριών και υδρογόνου μειώθηκαν κατά 21%, στα 102 δισ. δολάρια το 2024, λόγω της σημαντικής μείωσης των επενδύσεων για την κατασκευή ηλιακών φωτοβολταϊκών.
Αντίθετα, οι επενδύσεις σε εργοστάσια μπαταριών σχεδόν διπλασιάστηκαν στα 74 δισ. δολάρια ΗΠΑ, αντανακλώντας την αυξανόμενη ζήτηση για αποθήκευση σε δίκτυα, ηλεκτρικά οχήματα (EV) και κέντρα δεδομένων.

