Η αγορά ακινήτων σε Ελλάδα και Κύπρο συνεχίζει να εξελίσσεται δυναμικά, με σημαντικές μεταβολές να έχουν καταγραφεί τα τελευταία δύο χρόνια. Σύμφωνα με τον Παύλο Λοΐζου, CEO της Ask Wire, το 2023 και το 2024 υπήρξαν καθοριστικές χρονιές, με τις τιμές ακινήτων να αγγίζουν νέα ύψη, επηρεασμένες από τη μεταπανδημική ζήτηση, τις γεωπολιτικές εξελίξεις και τις νέες τάσεις εργασίας.
«Η ζήτηση για ακίνητα αυξήθηκε ραγδαία μετά την άρση των περιορισμών λόγω COVID-19. Η εισροή ρωσόφωνων από χώρες όπως η Ρωσία, η Ουκρανία και η Λευκορωσία, σε συνδυασμό με τον συνεχιζόμενο αντίκτυπο του πολέμου και τη μετακίνηση πληθυσμών, είχε ως αποτέλεσμα την εκτόξευση των τιμών, ειδικά στις περιοχές με υψηλή ζήτηση», ανέφερε ο κ. Λοΐζου.
Παράλληλα, η τηλεργασία αναδιαμόρφωσε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε την ανάγκη για επαγγελματικούς χώρους. «Τα γραφεία κατηγορίας Β και Γ έχουν χάσει τη δυναμική τους, ενώ η ζήτηση στρέφεται πλέον σε γραφεία υψηλών προδιαγραφών, data centers και κέντρα logistics που υποστηρίζουν το ηλεκτρονικό εμπόριο», σημείωσε ο CEO της Ask Wire.
Το 2024 έφερε αλλαγές και στη ζήτηση ακινήτων, καθώς οι ρωσόφωνοι που είχαν μεταναστεύσει στην Κύπρο και την Ελλάδα άρχισαν να επενδύουν μακροπρόθεσμα, ιδρύοντας εταιρείες, στέλνοντας τα παιδιά τους σε τοπικά σχολεία και αναζητώντας τοπική χρηματοδότηση. Παράλληλα, η Ελλάδα προσέλκυσε επενδυτές από όλο τον κόσμο, χάρη σε προγράμματα όπως η Golden Visa, αλλά και λόγω γεωπολιτικής αστάθειας στη Μέση Ανατολή και την Ασία.
Ωστόσο, αυτή η άνοδος έφερε και προκλήσεις. «Η χρηματικοποίηση της αγοράς ακινήτων έχει δημιουργήσει σοβαρά ζητήματα προσιτότητας, με τη μεσαία τάξη να αδυνατεί να αποκτήσει ιδιόκτητη κατοικία. Τα ενοίκια έχουν αυξηθεί δραματικά, ειδικά στις αστικές περιοχές», υπογράμμισε ο κ. Λοΐζου.
Οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου επιχειρούν να παρέμβουν, εφαρμόζοντας μέτρα όπως εντατικοποιημένους ελέγχους για φοροδιαφυγή, προγράμματα κοινωνικής στέγασης και επιδοτήσεις για την ενεργειακή αναβάθμιση παλαιών κτιρίων.
Αναφερόμενος στις προοπτικές του 2025, ο κ. Λοΐζου δήλωσε: «Η ανάπτυξη έργων υψηλών προδιαγραφών θα συνεχιστεί, ωστόσο υπάρχει ο κίνδυνος υπερπροσφοράς, καθώς η ζήτηση σε αυτό το τμήμα της αγοράς δείχνει σημάδια επιβράδυνσης. Παράλληλα, η πίεση για πωλήσεις κατασχεμένων ακινήτων από εταιρείες διαχείρισης δανείων θα ενταθεί, καθώς οι τιμές παραμένουν υψηλές».
Σύμφωνα με τον κ. Λοΐζου, η βιωσιμότητα και η στρατηγική στόχευση θα είναι οι καθοριστικοί παράγοντες για τη μακροπρόθεσμη επιτυχία: «Οι επενδυτές πρέπει να στραφούν σε λύσεις που συνδυάζουν αποδοτικότητα, κοινωνική ευθύνη και προσαρμογή στις νέες ανάγκες της αγοράς. Η βιωσιμότητα δεν αποτελεί απλώς τάση, αλλά αναγκαιότητα».
Η αγορά ακινήτων το 2025 προδιαγράφεται δυναμική, με ευκαιρίες αλλά και προκλήσεις που απαιτούν στρατηγικό σχεδιασμό και ευελιξία.