Είθισται σε συνεντεύξεις Τύπου του εκάστοτε ΠτΔ να κρίνεται από τις απαντήσεις του ο ίδιος ο Πρόεδρος. Αυτό έγινε την επομένη μέρα της διακαναλικής συνέντευξης που είχε δώσει ο Ν. Χριστοδουλίδης την περασμένη Τρίτη.
Η κριτική που δεν ασκήθηκε και ως συνήθως αφήνεται στο «απυρόβλητο» για ευνόητους και μάλλον δεοντολογικούς λόγους ήταν η ουσία των ερωτημάτων των διευθυντών ειδήσεων των πέντε «μεγάλων» τηλεοπτικών καναλιών.
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει την ικανότητα και την εμπειρία των συναδέλφων που κλήθηκαν να «ανακρίνουν» τον ΠτΔ.
Οι εν λόγω δημοσιογράφοι είναι επικεφαλής των ΜΜΕ που εκπροσώπησαν. Στο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα της δημοσιογραφικής τους πορεία καταπιάστηκαν, κατά βάση, με το πολιτικό ρεπορτάζ ή νωρίς στην καριέρα τους ανέλαβαν αρχικά ως αρχισυντάκτες και κατόπιν ως διευθυντές ειδήσεων.
Στο πλαίσιο της διακαναλικής συνέντευξης και στην ενότητα για το κυπριακό έλαμψαν με το βάθος των ερωτημάτων τους και οι πέντε δημοσιογράφοι σε ότι αφορά το κυπριακό ζήτημα.
Όμως ο κόσμος δεν κάθισε για 75 λεπτά απέναντι από τις τηλεοπτικές οθόνες για να δει και να ακούσει τον ΠτΔ μόνο για τη στρατηγική που χαράσσει και τις ενέργειες που πράττει σε ότι αφορά την επίλυση του εθνικού προβλήματος.
Η αγωνία του κόσμου εστιάζεται σε ένα σωρό σοβαρά προβλήματα και δυσκολίες που αντιμετωπίζει στην καθημερινή του ζωή.
Πού ήταν τα ερωτήματα για την ακρίβια και τη διαχείριση των λογαριασμών που αφορούν στα καύσιμα, στο ηλεκτρικό ρεύμα ,στο νερό, στα δημοτικά τέλη, στη διατροφή και στα ενοίκια;
Γιατί δεν ρωτήθηκε ο Πρόεδρος που καυχήθηκε για τη συμφωνία για την ΑΤΑ ότι το ωφέλημα αυτό το παίρνουν οι δημόσιοι υπάλληλοι, οι ημικρατικοί και οι τραπεζικοί κατά βάση και ο εργαζόμενος στον ιδιωτικό τομέα, πλην την ξενοδοχειακή και οικοδομική βιομηχανία;
Γιατί δεν ρωτήθηκε για το ΓεΣΥ, που είναι το σπουδαιότερο εκ των κοινωνικών ωφελημάτων που κέρδισε ποτέ ο κύπριος φορολογούμενος και ενδεχομένως κάποια ώρα να αποτελέσει την ταφόπετρα της κατάρρευσης της οικονομίας, εάν δεν γίνουν τομές για τη βιωσιμότητα του;
Γιατί αγνοήθηκαν και μάλιστα από δημοσιογράφους αυτού του επιπέδου, οι προειδοποιήσεις των οίκων αξιολόγησης για το κρατικό μισθολόγιο που είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη και για την ανάγκη λήψης επενδυτικών μέτρων για το ΤΚΑ;
Γιατί δεν ρωτήθηκε τι θα πράξει η κυβέρνηση του για άρει τη στρέβλωση της αναλογιστικής αποκοπής του 12% για τους συνταξιούχους που μπήκαν στη σύνταξη από το 63ο έτος της ηλικίας τους αντί από το 65ο και θα πληρώνουν σε αεί «πέναλτι»;
Γιατί δεν ρωτήθηκε για την έλλειψη εργατικού δυναμικού σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας και ενώ βρισκόμαστε λίγες βδομάδες από την έναρξη της τουριστικής περιόδου τα ξενοδοχεία αναζητούν εργατικά χέρια;
Γιατί δεν ρώτησαν τον ΠτΔ για τη φορολογική μεταρρύθμιση και για το ποια θα είναι η φιλοσοφία της κυβέρνησης του ως προς την ανακούφιση των ευάλωτων νοικοκυριών;
Γιατί δεν ρωτήθηκε για σημαίνοντα προβλήματα για το ενεργειακό και αν η Κύπρος θα καταφέρει να βγάλει «έστω ένα τενεκούδι πετρέλαιο» από την κυπριακή ΑΟΖ, κατά την έκφραση του Γλαύκου Κληρίδης και του Νίκου Ρολάνδη;
Γιατί δεν υποβλήθηκε έστω ένα ερώτημα για το κυκλοφορικό που αποτελεί μάστιγα για εκατοντάδες χιλιάδες οδηγούς καθημερινά;
Γιατί δεν ρωτήθηκε για τη μεταρρύθμιση της αξιολόγησης των δημοσίων υπαλλήλων που σήμερα έχουμε μπροστά μας ένα πρωτόγνωρο αλαλούμ;
Θα μπορούσε αυτή η στήλη να καταγράψει ακόμη ένα σωρό «γιατί». Μένουμε ως εδώ. Eίναι σημαντικό για ένα δημοσιογράφο να έχει όλες τις παραστάσεις της πολιτικής, κοινωνικής και εργασιακής εικόνας πριν ανακρίνει τον οποιονδήποτε Πρόεδρο της Δημοκρατίας.