Θα πρέπει να εξεταστεί ξανά το θέμα επαναφοράς του Κυπριακού στην αρχική του βάση, ως θέματος εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και παράνομου εποικισμού, δήλωσε την Τρίτη ο Πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Μαρίνος Σιζόπουλος, μετά την συνεδρία του Εθνικού Συμβουλίου.
«Αρχικά πρέπει να τονίσουμε ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, όπως είπαμε πάρα πολλές φορές στο παρελθόν, καλώς αποδέχθηκε την πρόταση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για να συμμετάσχει σε αυτό το δείπνο και τον ευχαριστούμε για τη λεπτομερειακή ενημέρωση που είχαμε για τα όσα διημείφθησαν», είπε ο κ. Σιζόπουλος μετά το πέρας της συνεδρίας.
Πρόσθεσε, όμως, ότι αυτά επιβεβαιώνουν την ίδια στιγμή, για ακόμη μια φορά, ότι τον καθοριστικό ρόλο στις εξελίξεις για επανέναρξη των συνομιλιών και για το πλαίσιο συζήτησης για τη λύση του Κυπριακού τον έχει η Τουρκία.
«Ως εκ τούτου θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί, θα πρέπει να είμαστε πάρα πολύ επιφυλακτικοί, για να αποφύγουμε λάθη που έγιναν στο παρελθόν, τα οποία η τουρκική πλευρά θα επιχειρήσει να τα αξιοποιήσει ως πολιτικό κεκτημένο για την πορεία των συνομιλιών», είπε.
Την ίδια στιγμή, συνέχισε, «θα πρέπει να τονίσουμε ότι με βάση την εμμονή και την επιμονή της τουρκικής πλευράς ως βάση συνομιλιών τα δύο κράτη και την κυριαρχική ισότητα, θα πρέπει να εξετάσουμε ξανά το θέμα επαναφοράς του Κυπριακού στην αρχική του βάση, ως θέματος εισβολής, συνεχιζόμενης κατοχής και παράνομου εποικισμού».
Δήλωσε ακόμη ότι όσον αφορά την πρόταση για έναρξη συναντήσεων στη βάση των μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης και κυρίως ανοίγματος νέων οδοφραγμάτων, «από την πλευρά της ΕΔΕΚ τονίσαμε για ακόμη μια φορά ότι δεν πρέπει να εμπλακούμε σε αυτή τη διαδικασία ενόσω η τουρκική πλευρά προχωρεί στον παράνομο εποικισμό της Αμμοχώστου και αρνείται να προχωρήσει στο άνοιγμα της διόδου Πυροΐου και Κοκκίνων».
Τέλος, είπε ότι «όπως και στο παρελθόν πράξαμε εμείς εποικοδομητικά, θα καταθέσουμε τις προτάσεις μας στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, έτσι ώστε να τον βοηθήσουμε και να τον ενισχύσουμε και πώς θα διαχειριστεί τη διαδικασία, αλλά και πώς θα αντιμετωπίσουμε τις συνομιλίες που θα επικεντρωθούν στην ουσία της επίλυσης του Κυπριακού».