Η πρωτοβουλία της Παγκύπριας Εταιρείας Προώθησης Συνεργατισμού για την ίδρυση μιας νέας μικρής συνεργατικής τράπεζας επαναφέρει στο τραπέζι μια φιλόδοξη προσπάθεια να καλυφθεί το κενό που δημιουργήθηκε μετά την κατάρρευση της Συνεργατικής Κυπριακής Τράπεζας το 2018. Σύμφωνα με τον πρόεδρο της εταιρείας, Πανίκο Χάμπα, έχουν γίνει σημαντικά βήματα για τη διερεύνηση των συνθηκών και τη βιωσιμότητα ενός τέτοιου εγχειρήματος. Όμως, παρά τις καλές προθέσεις, το εγχείρημα συνοδεύεται από σοβαρά εμπόδια που δεν μπορούν να αγνοηθούν.
Η μελέτη βιωσιμότητας που εκπονήθηκε από την PwC κατέδειξε ότι η νέα τράπεζα μπορεί να λειτουργήσει με πενταετές πλάνο, ενώ ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress-test) έδειξαν ανθεκτικότητα σε δύσκολες συνθήκες. Παρόλα αυτά, το σχέδιο αντιμετωπίζει μια σειρά από στρατηγικές και πρακτικές προκλήσεις.
Η συνεργατική τράπεζα, όπως σχεδιάζεται, επιδιώκει να μην επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος, με τον κ. Χάμπα να διαβεβαιώνει ότι δεν σκοπεύουν να δημιουργήσουν μια συστημική τράπεζα, αλλά μια που να εστιάζει στις ανάγκες του ανθρώπου. Ενώ αυτός ο ανθρωποκεντρικός προσανατολισμός είναι θετικός, εγείρονται ερωτήματα ως προς το κατά πόσον μια μικρή συνεργατική τράπεζα μπορεί να αντέξει τον ανταγωνισμό σε ένα τοπίο που κυριαρχείται από δύο τράπεζες που ελέγχουν το 80% της αγοράς.
Η επιτυχία του εγχειρήματος εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εμπιστοσύνη που θα καταφέρει να ανακτήσει από το κοινό, ιδιαίτερα σε μια χώρα που έχει ακόμα έντονες αναμνήσεις από την κατάρρευση του προηγούμενου Συνεργατισμού. Η νέα τράπεζα σχεδιάζει να επικεντρωθεί σε στοχευμένα δάνεια, όπως φοιτητικά, στεγαστικά και δάνεια πράσινης ανάπτυξης, προσπαθώντας να καλύψει κενά που οι μεγάλες τράπεζες αφήνουν ανεκμετάλλευτα. Ωστόσο, παραμένει ασαφές αν η ζήτηση για τέτοιου είδους δάνεια είναι επαρκής για να στηρίξει τη μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα της τράπεζας.
Επιπλέον, η ανάγκη έκδοσης μετοχών για την κάλυψη του αρχικού κεφαλαίου των 5 εκατομμυρίων ευρώ, όπως απαιτεί ο περί τραπεζικών εργασιών νόμος, προσθέτει επιπλέον πίεση. Η διερεύνηση της αγοράς που διεξήχθη πριν δύο χρόνια έδειξε περιθώρια για προσέλκυση καταθέσεων και επενδυτών, ωστόσο, το χρηματοοικονομικό περιβάλλον έχει αλλάξει έκτοτε. Η πρόκληση της διατήρησης χαμηλού λειτουργικού κόστους μέσω της αξιοποίησης της τεχνολογίας και της προσέλκυσης ταλέντων με σωστά προσόντα είναι μια πρόσθετη δοκιμασία.
Οι πρόσφατες συναντήσεις με εκπροσώπους της Κεντρικής Τράπεζας και της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς δείχνουν ότι το εγχείρημα βρίσκεται σε καλό δρόμο από διαδικαστικής άποψης, όμως η στήριξη από το πολιτικό σύστημα, όπως επισημαίνει ο κ. Χάμπας, είναι καθοριστικής σημασίας για την επιτυχία. Η ανάγκη για τροποποίηση του περί Συνεργατισμού Νόμου προσθέτει έναν ακόμα παράγοντα αβεβαιότητας.
Η προσπάθεια να «χτιστεί λιθαράκι λιθαράκι» η νέα συνεργατική τράπεζα, όπως περιγράφεται από τον κ. Χάμπα, φανερώνει πρόθεση για σταθερή πρόοδο. Ωστόσο, η ιστορία έχει δείξει ότι οι συνεργατικές τράπεζες στην Κύπρο δεν έχουν εύκολο δρόμο, και η επανασύστασή τους σε ένα διαφορετικό και πιο απαιτητικό τραπεζικό τοπίο φέρνει αναμφίβολα μεγάλες προκλήσεις. Η επιτυχία της θα εξαρτηθεί από την ικανότητα της να ανταγωνιστεί, να επιβιώσει και να κερδίσει την εμπιστοσύνη των Κυπρίων, χωρίς να επαναλάβει τα λάθη του παρελθόντος.
Το ζήτημα παραμένει: μπορεί το όραμα μιας ανθρωποκεντρικής, μικρής τράπεζας να αντέξει τα ρεαλιστικά εμπόδια μιας αγοράς που ελέγχεται από γίγαντες; Ή πρόκειται για έναν ρομαντισμό με περιορισμένες πιθανότητες επιτυχίας; Οψόμεθα!