Καίει το κόστος των στεγαστικών δανείων στα κράτη μέλη της Ευρωζώνης σύμφωνα με έρευνα προσδοκιών καταναλωτών που έκανε η ΕΚΤ.
Τα νοικοκυριά σε έντεκα μεγαλύτερες χώρες της ευρωζώνης, νιώθουν έντονα την αύξηση του κόστους στέγασης, συμπεριλαμβανομένων των δαπανών για ενοίκιο ή υψηλότερους τόκους στεγαστικών δανείων, πληρωμές για συντήρηση σπιτιού και υπηρεσίες κοινής ωφέλειας (όπως φυσικό αέριο, ηλεκτρικό ρεύμα και νερό).
Τον Ιανουάριο του 2024 τα νοικοκυριά πλήρωναν κατά μέσο όρο €765 το μήνα σε συνολικό κόστος που σχετίζεται με τη στέγαση, συμπεριλαμβανομένων των εξόδων κοινής ωφέλειας, συντήρησης σπιτιού και ενοικίου ή στεγαστικού δανείου.
Κατά την περίοδο από τον Ιούλιο του 2022 – αρχή του κύκλου αύξησης των επιτοκίων – έως τον Ιανουάριο του 2024, το μέσο κόστος στέγασης που αναφέρθηκε στην έρευνα προσδοκιών καταναλωτή αυξήθηκε σωρευτικά κατά περίπου 10,2%, σε σύγκριση με τη σωρευτική άνοδο του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή ( ΕνΔΤΚ) 5,5%.
Επιπλέον, η διασπορά στο μηνιαίο κόστος στέγασης για κάθε έναν από τους τύπους ιδιοκτησίας, έχει αυξηθεί.
Σύμφωνα με την έρευνα αυτή η μεγάλη διασπορά μπορεί να υποδηλώνει ετερογενείς επιπτώσεις στους ενυπόθηκους δανειστές, δηλαδή ενώ τα νοικοκυριά με υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου δεν έχουν επηρεαστεί ακόμη σημαντικά από τη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ και τις διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων, τα νοικοκυριά που λαμβάνουν νέα δάνεια ή ανανεώνουν ή αναχρηματοδοτούν τα υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια αντιμετωπίζουν ήδη αυξημένες πληρωμές επιτοκίων.
Το συνολικό κόστος έχει αυξηθεί κατά περίπου 6% για τους ιδιοκτήτες, αλλά κατά 12% και 9% για τους ενυπόθηκους δανειστές και τους ενοικιαστές αντίστοιχα.
Όσον αφορά τις επιμέρους χώρες της ευρωζώνης, φαίνεται ότι υπάρχει σημαντική ανομοιογένεια μεταξύ των χωρών στο κόστος στέγασης, ενώ η διαφορά μεταξύ του κόστους εξαιρουμένων των πληρωμών στεγαστικών δανείων και αυτών που περιλαμβάνουν τέτοιες πληρωμές είναι σημαντική, ειδικά για χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία που τείνουν να έχουν υψηλότερο ποσοστό στεγαστικών δανείων με ρυθμιζόμενο επιτόκιο.
Όπως αναφέρεται, από το 2022 η αύξηση του ονομαστικού εισοδήματος των νοικοκυριών αντιστάθμισε σε μεγάλο βαθμό την αύξηση του κόστους στέγασης και, ως εκ τούτου, η αναλογία του κόστους στέγασης προς το εισόδημα παρέμεινε σχετικά σταθερή.
Ο δείκτης του κόστους στέγασης, που ορίζεται ως το συνολικό κόστος στέγασης διαιρούμενο με το διαθέσιμο εισόδημα, παρέμεινε αμετάβλητος συνολικά από τις αρχές του 2022.
Το κόστος στέγασης καταλαμβάνει περίπου το 20% του διαθέσιμου εισοδήματος για τους ιδιοκτήτες, το 40% για τους ενοικιαστές και το 35% για τους ενυπόθηκους δανειστές.