Ο Ευδόκιμος Ξενοφώντος Πρώην Πρώτος Γενικός Διευθυντής της Τρ. Κύπρου και αργότερα Αντιπρόεδρος του συγκροτήματος απέστειλε ανοικτή επιστολή στον Υπουργό Οικονομικών Μάκη Κεραυνό με αφορμή ανακοίνωση του ΔΗΣΥ η οποία υπενθυμίζει ότι η ίδρυση του ταμείου Αλληλεγγύης προοριζόταν να καλύψει και τους μετόχους των δύο συστημικών τραπεζών της BOCH και της πρώην Λαϊκής Τράπεζας και όχι μόνο τους καταθέτες και τους κατόχους αξιογράφων.
Σύμφωνα με τον κ. Ξενοφώντος πρέπει και οι μέτοχοι των δύο τραπεζών να αποζημιωθούν διότι ο κύριος υπεύθυνος της κατρακύλας της οικονομίας και του τραπεζικού συστήματος το 2013 ήταν το κράτος και οι θεσμικοί λειτουργοί του κράτους και όχι οι καταθέτες, οι κάτοχοι αξιογράφων ή οι μέτοχοι των δύο τραπεζών.
Επίσης εκείνος που είχε το πρόσταγμα, την ευθύνη και υποχρέωση να απομακρύνει τους υπαίτιους της κακής διοίκησης των τραπεζών και να σταματήσει την κατρακύλα και να προστατεύσει το τραπεζικό σύστημα και τους καταθέτες και κατόχους αξιογράφων των τραπεζών ήταν το κράτος και οι θεσμικοί Λειτουργοί του κράτους, αλλά όπως λέγει και ο Έντιμος Δικαστής Κύριος Κίτσιος αμέλησαν να το κάνουν.
Πιο κάτω παραθέτουμε αυτούσια την επιστολή Ξενοφώντος στον ΥΠΟΙΚ.
Έντιμε Κύριε Υπουργέ,
Εχω διαβάσει τις πιο πάνω διευκρινίσεις που έχετε κάνει αναφορικά με το Ταμειο Αλληλεγγύης και επιθυμώ να σας αναφέρω ορισμένες απόψεις μου επί αυτού του θέματος.
Κατα τν γνώμη μου σ´αυτή την περίπτωση δεν πρέπει να γίνεται διαχωρισμός μεταξύ θεσμικών και μη θεσμικών καταθετών η κατόχων χρεογράφων και μετόχων διότι το κούρεμα των καταθέσεων ήταν επακόλουθο των ενεργειών και αποφάσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας και των θεσμικών οργάνων του κράτους ήτοι της Κεντρικής Τράπεζας και της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Εισηγούμαι να διαβάσετε τες δύο αποφάσεις του Δικαστού Κίτσιου ο οποίος “τόλμησε” να εξηγήσει αναλυτικά και εμπεριστατωμένα τες νομικές ευθύνες του κράτους και των θεσμικών οργάνων του κράτους για την προστασία των καταθετών και του τραπεζικού συστήματος της χώρας και την μεγάλη αμέλεια των εν λόγω θεσμικών οργάνων.
Τόσο η Κεντρική Τράπεζα της χώρας, όσο και ο Πρόεδρος Χριστόφιας και ο Πρόεδρος Αναστασιάδης και η Βουλή των Αντιπροσώπων έκαναν το παν να παραπληροφορούν και να παραπλανούν το επενδυτικό κοινό της Κύπρου και Διεθνώς ότι όλα πήγαιναν καλά και ότι το κράτος θα στήριζε τις συστημικές τράπεζες της χώρας με κεφάλαια και ρευστότητα όταν το ίδιο το κράτος γνώριζε ότι δεν είχε την ικανότητα να στηρίξει τον εαυτό του, ούτε μπορούσε να δανειστεί χρήματα από τες Διεθνείς αγορές.
Οι θεσμικοί επενδυτές συνεχώς σκόπιμα παραπλανόνταν από τις ενέργειες και δημόσιες δηλώσεις των εκάστοτε Προέδρων και θεσμικων οργάνων του κράτους, τόσο προς το Κυπριακό κοινό, όσο και διεθνώς.
Επίσης, δεν πρέπει να εξετάζεται “post facto” κατα πόσο η επένδειση ενός καταθέτη ήταν από φορολογηθέντα η άλλως νόμιμα εισοδήματα η όχι. Αυτο έπρεπε να γίνεται την ώρα που οι τράπεζες με τις ευλογίες αν όχι και την ενθάρρυνση των Κυπριακών θεσμικών οργάνων του κράτους δέχονταν τες καταθέσεις του κοινού.
Δεν είναι ορθό αυτό να γίνεται την ώρα που αποζημιώνεις κάποιον για ζημία που εσύ του προξένησες.
Αυτή η ενέργεια μου φέρνει στο μυαλό το εξής άτοπο.
Φανταστείτε μιαν ασφαλιστική εταιρία να λέγει στον ασφαλισμένο, μετά από κάποια πυρκαγιά, να της αποδείξει από που προήλθαν τα χρήματα με τα οποία έχτισε το ασφαλισμένο σπίτι του, προτού του καταβάλει την ασφαλιστική απαίτηση.
Θα σας αποστείλω την απόφαση του Δικαστού Κίτσιου για να την διαβάσετε διότι πιστεύω ότι οι λειτουργοί του Υπουργείου Οικονομικών και της Κεντρικής Τράπεζας δεν θα σας την αποστείλουν.
Πρέπει να παραδεχόμεθα τα λάθη μας εάν επιθυμούμε η Κύπρος να γίνει Κράτος Δικαίου, που τώρα δεν είναι.
Το κράτος οφείλει να αποζημιώσει τους κουρευθέντες καταθέτες, ομολογιούχους και μετόχους των τραπεζων.
Όταν το κράτος κατέσχε τες επενδείσεις των καταθετών, ομολογιούχων και μετόχων των συστημικών τραπεζών της χώρας, όφειλε να διακηρύξει ότι θα δανείζετο προσωρινά αυτά τα ποσά μέχρις ότου τα οικονομοκά του κράτους θα του επέτρεπαν να τα επιστρέψει έστω και σταδιακά – όπως οι διάφορες χώρες εξέδιδαν “War Loans” σε περιόδους πολέμων.
Με εκτίμηση
Ευδόκιμος