Σταθερές παραμένουν οι προοπτικές για το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου σύμφωνα με έκθεση του οίκου πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s , η οποία δόθηκε σήμερα στη δημοσιότητα.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι οι κίνδυνοι ποιότητας των δανείων για τις κυπριακές τράπεζες θα μειωθούν περαιτέρω λόγω της σταθερής οικονομικής ανάπτυξης και του χαμηλότερου πληθωρισμού και ανεργίας, ενώ τα κέρδη τους, όπως τονίζεται, θα υποχωρήσουν από τα πρόσφατα εξαιρετικά υψηλά.
Ο οίκος επισημαίνει ότι τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια πλησιάζουν στο ανώτατο σημείο τους και θα αρχίσουν να μειώνονται σταδιακά καθώς το κόστος των καταθέσεων αυξάνεται μέτρια και τα επιτόκια αρχίζουν να μειώνονται.
Ο ανταγωνισμός στον κορεσμένο τραπεζικό τομέα της χώρας και το υψηλό χρέος του ιδιωτικού τομέα, περιορίζουν τις προοπτικές αύξησης των κερδών, επισημαίνει ο οίκος.
Επισημαίνει ωστόσο ότι τα αυστηρότερα κριτήρια παροχής δανείων των τραπεζών και η αναδιάρθρωση δανείων προστατεύουν την ποιότητα των δανείων, καθώς οι τράπεζες συνεχίζουν να μειώνουν τα κληροδοτημένα προβληματικά δάνειά τους.
Οι υπολειπόμενοι κίνδυνοι περιουσιακών στοιχείων από ακίνητα που εκποιήθηκαν υποχωρούν επίσης, υποστηριζόμενοι από την ισχυρή αγορά ακινήτων.
Τονίζεται ότι η χρηματοδότηση και η ρευστότητα θα παραμείνουν ισχυρές, με χαμηλό δείκτη δανείων προς καταθέσεις και άφθονα αποθέματα ρευστότητας.
Όπως προστίθεται οι μεγαλύτερες τράπεζες έχουν ήδη αντλήσει το μεγαλύτερο μέρος του χρέους που απαιτείται για την κάλυψη των ελάχιστων απαιτήσεων για ίδια κεφάλαια και υποχρεώσεις (MREL). Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οίκου, τα κεφάλαια των τραπεζών θα ενισχυθούν από τα ήδη υψηλά επίπεδα.
Ο οίκος αναφέρει ότι η οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει σταθερή, με περιορισμένο, όμως, όφελος για τις τράπεζες.
Προβλέπεται αύξηση του ΑΕΠ 2,8% το 2024 και 3,2% το 2025-27, από 2,5% το 2023.
Η ανάπτυξη της Κύπρου θα συνεχίσει να ξεπερνά το 0,8% της ζώνης του ευρώ το 2024.
Η κυπριακή οικονομία παραμένει ανθεκτική στους εξωτερικούς κραδασμούς, υπογραμμίζοντας τη συνεχιζόμενη διαφοροποίηση στον κυρίαρχο τομέα των υπηρεσιών.
Η οικονομική δραστηριότητα θα υποστηριχθεί από σημαντικά έργα ξένων άμεσων επενδύσεων, καθώς και με μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις ως μέρος του πακέτου επιχορηγήσεων και δανείων της ΕΕ Next Generation», τονίζεται.
Παράλληλα, αναφέρεται ότι ο χαμηλότερος πληθωρισμός και ανεργία και οι αυξήσεις των πραγματικών μισθών θα στηρίξουν επίσης την εγχώρια ζήτηση.
Ο οίκος αναφέρει ότι παρά την υψηλότερη οικονομική ανάπτυξη, η αύξηση του χαρτοφυλακίου δανείων είναι πιθανό να παραμείνει μέτρια, δεδομένου του μικρού, κορεσμένου τραπεζικού συστήματος, του ακόμη υψηλού χρέους του ιδιωτικού τομέα και των υψηλών επιτοκίων.
Η νομισματική πολιτική θα παραμείνει περιοριστική το επόμενο έτος, ακόμη και όταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αρχίζει να μειώνει τα επιτόκια.
Οι Μoody’s επισημαίνουν ότι οι κίνδυνοι για την ποιότητα των δανείων μετριάζονται.
Ο χαμηλότερος πληθωρισμός, η σταθερή οικονομική ανάπτυξη, η συνεχής αντιμετώπιση των παλαιών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs), τα χαμηλότερα ανοίγματα σταδίου 2 περίπου 11% και η ενισχυμένη συνολική κάλυψη προβλέψεων για ζημιές δανείων θα μειώσουν το κόστος προβλέψεων και τους κινδύνους περιουσιακών στοιχείων. .
Το ποσοστό των NPEs εκτιμάται να μειωθεί κάτω του 3% φέτος από 3,2% στο τέλος του 2023 και από πάνω από 50% το 2015. Ωστόσο, αυτό παραμένει ψηλότερο από τον μέσο όρο της ΕΕ του 1,8%.
Ο οίκος παρατηρεί ότι η ποιότητα των δανείων των τραπεζών παρέμεινε σταθερή λόγω των αυστηρότερων κριτηρίων και στην αύξηση της αναδιάρθρωσης δανείων για να αμβλυνθούν οι πιέσεις στους δανειολήπτες που εξακολουθούν να αισθάνονται τις επιπτώσεις του υψηλότερου πληθωρισμού και των επιτοκίων.
Τα κατασχεθέντα περιουσιακά στοιχεία μειώθηκαν στο 25% των ιδίων κεφαλαίων των αξιολογημένων τραπεζών στο τέλος του 2023 από 39% ένα χρόνο νωρίτερα.
Οι πρόσφατες αλλαγές στο πλαίσιο εκποιήσεων είναι πιστωτικά ουδέτερες για τις κυπριακές τράπεζες, αλλά ενδέχεται να μειώσουν πιθανές μελλοντικές διαταραχές και πολιτικές παρεμβάσεις, κάτι που είναι θετικό, προσθέτουν οι Moody’s.
Ο οίκος στην έκθεσή του, σημειώνει ότι οι κίνδυνοι για τα κεφάλαια έχουν υποχωρήσει.
Οι τράπεζες ολοκλήρωσαν σε μεγάλο βαθμό την αποδέσμευση κινδύνου και τις αναδιαρθρώσεις του ισολογισμού τους.
Εκτιμάται ότι η βελτιωμένη εσωτερική παραγωγή κεφαλαίου θα αντισταθμίσει την επανέναρξη της διανομής μερισμάτων και τη μέτρια αύξηση των δανείων.
Τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών που αξιολογεί αυξήθηκαν κοντά στο 20% στο τέλος του 2023, από 15,1% το 2022.
Τα κέρδη θα μειωθούν, θα παραμείνουν ισχυρά.
Όσον αφορά την κερδοφορία των τραπεζών, αναμένεται ότι τα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια θα μειωθούν από το ανώτατο όριο του 2023 που ήταν περίπου 3% τα επόμενα δύο χρόνια καθώς τα επιτόκια θα μειωθούν.
Προβλέπεται καθαρό εισόδημα τουλάχιστον 1% των περιουσιακών στοιχείων, από το εξαιρετικά υψηλό 1,8% το 2023 αλλά από 0,5% το 2022.
Όσον αφορά τις δαπάνες, σημειώνεται ότι οι τράπεζες έχουν μειώσει το κόστος με τον εξορθολογισμό των εργασιών, γεγονός που συνέβαλε στην αντιμετώπιση υψηλότερων δαπανών που συνδέονται με τον πληθωρισμό.
Εκτιμάται ότι τα λειτουργικά έξοδα θα αυξηθούν περισσότερο από τα έσοδα το επόμενο έτος, αντανακλώντας τις συνεχείς επενδύσεις στον τομέα της πληροφορικής και της ψηφιοποίησης.
Ο οίκος αναφέρει ακόμη ότι οι τράπεζες βασίζονται σε μεγάλο βαθμό σε σταθερές εγχώριες καταθέσεις για τη χρηματοδότησή τους, με καθαρό δείκτη δανείων προς καταθέσεις πελατών μικρότερο από 50% τα τελευταία τρία χρόνια, με χαμηλή εξάρτηση από καταθέσεις εξωτερικού που είναι ευαίσθητες στην εμπιστοσύνη.
Η χρηματοδότηση της αγοράς αυξήθηκε σταδιακά καθώς οι τράπεζες εξέδωσαν περισσότερα χρέη απορρόφησης ζημιών για να ικανοποιήσουν το MREL τους, ενισχύοντας την προστασία για τους καταθέτες και άλλες υποχρεώσεις.
Επισημαίνεται ότι η πρόσβαση των μεγάλων τραπεζών στις αγορές έχει βελτιωθεί, αν και το κόστος της χρηματοδότησης παραμένει ευαίσθητο στις συνθήκες της αγοράς και στο επενδυτικό κλίμα.
Ο οίκος αξιολογεί τις δύο μεγαλύτερες εγχώριες τράπεζες της Κύπρου, την Τρ. Κύπρου και την Ελληνική Τράπεζα.