Τις στρατηγικές προτεραιότητες του ΝΑΤΟ, καθώς και όλα τα φλέγοντα ζητήματα της διεθνούς επικαιρότητας, όπως και τη συνεργασία ΕΕ-ΝΑΤΟ, συζήτησαν ο Έλληνας Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης με τον νέο Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούτε, στην Αθήνα.
Παράλληλα, ο Έλληνας Πρωθυπουργός υπογράμμισε την ανάγκη ενίσχυσης της ευρωπαϊκής άμυνας και της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας, ενώ ενημέρωσε τον κ. Ρούτε για την πρόταση για ανάπτυξη μιας ευρωπαϊκής ασπίδας για την αεράμυνα, εγχείρημα που, όπως σημείωσε, θα ενισχύσει τη συλλογική ασφάλεια των κρατών-μελών της ΕΕ και του ΝΑΤΟ.
Υποδεχόμενος τον νέο Γενικό Γραμματέα του ΝΑΤΟ στην Αθήνα, ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε ότι στην ατζέντα της συνάντησης βρέθηκε και ο εποικοδομητικός ρόλος της Ελλάδας «σε αυτήν την ευαίσθητη και ταραγμένη νοτιοανατολική πτέρυγα της Ατλαντικής Συμμαχίας».
«[Μ]ε το ειδικό ενδιαφέρον της Ελλάδος να στρέφεται προφανώς στη Νότια Γειτονία, υπό τη σκιά μάλιστα των τραγικών εξελίξεων στη Μέση Ανατολή, να εκφράσω κι εγώ την ελπίδα μου ότι αυτή τη φορά οι διαπραγματεύσεις για μία κατάπαυση του πυρός στον νότιο Λίβανο θα τελεσφορήσουν, ώστε τουλάχιστον αυτό το μέτωπο να μπορέσει να κλείσει το συντομότερο δυνατό», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης.
Ακόμη, σημείωσε ότι εξετάστηκαν όσα συμβαίνουν στα πολεμικά μέτωπα της Ουκρανίας, «με μία κοινή θέση ότι η υποστήριξη στην Ουκρανία πρέπει να συνεχιστεί, ειδικά τον χειμώνα, ο οποίος έχει ήδη ξεκινήσει».
Όπως είπε ο Έλληνας Πρωθυπουργός, διαπιστώθηκε και η ανάγκη ενίσχυσης της συλλογικής άμυνας της Συμμαχίας αλλά και η σημασία μιας πιο λειτουργικής σχέσης μεταξύ ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Τέλος, μιλώντας για τις σύνθετες προκλήσεις της διεθνούς συγκυρίας, ο κ. Μητσοτάκης αναφέρθηκε τόσο στη σημασία «να χτίζουμε γέφυρες συνεργασίας με τους εταίρους μας», όσο και στην ανάγκη αυτό να επιτελείται «με αναγκαία και απαρέγκλιτη προσήλωση όλων στην τήρηση του Διεθνούς Δικαίου, αλλά -να το τονίσω- και των διεθνών συνθηκών».
«Οι διεθνείς συνθήκες αποτελούν τη βάση της διεθνούς αρχιτεκτονικής ασφάλειας, κάτι το οποίο, βέβαια, αφορά ιδιαίτερα και την ευαίσθητη περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων», κατέληξε.