Η στενή συνεργασία του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα είχε ως αποτέλεσμα μέσα σε 12 μήνες να αποδώσουν καρπούς οι προσπάθειες για συνεργασία με την Ινδία, δήλωσε ο πρόεδρος του ΔΣ του ΣΕΛΚ Νίκος Χειμαρίδης.
Μιλώντας ενώπιον της γενικής συνέλευσης του ΣΕΛΚ, ο απερχόμενος πρόεδρος Νίκος Χειμαρίδης, τόνισε ότι «ούτε στα πλέον αισιόδοξα σενάρια δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο πολύ θα προχωρούσαμε μέσα σε μόλις 12 μήνες ώστε μεγάλα ινδικά συγκροτήματα να αρχίσουν εργασίες στην Κύπρο μέσω θυγατρικών τους και την εξαιρετικά σημαντική επίσκεψη του ινδού πρωθυπουργού, πριν μερικές ημέρες».
«Θυμάμαι», συνέχισε, «πως ακριβώς πριν ένα χρόνο κατά την ολοκλήρωση της περσινής μας γενικής συνέλευσης είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για την Ινδία και τις μεγάλες προσδοκίες που υπήρχαν για περαιτέρω εμβάθυνση της συνεργασίας μας».
Σημείωσε ότι «ανάμεσα στα θέματα που συζητήσαμε ήταν η απλούστευση των διαδικασιών έκδοσης βίζας για ινδούς επιχειρηματίες, η πιθανότητα καθιέρωσης απευθείας πτήσεων καθώς και οι προσπάθειες για ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ των κυβερνήσεων των δύο χωρών».
Επανέλαβε ότι δεν θα μπορούσα να φανταστώ ότι θα προχωρούσαμε σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
«Ήμουν πολύ αισιόδοξος για τις προοπτικές να δούμε μεγάλες ινδικές εταιρείες, αλλά και ινδικές start ups να δραστηριοποιούνται στην Κύπρο και μέσω αυτής να επεκτείνονται περαιτέρω στην ευρωπαϊκή αγορά».
Επενδύσεις, παρατήρησε ακολούθως, οι οποίες έχουν άμεσο θετικό αντίκτυπο στον τομέα του τουρισμού, στην περαιτέρω ανάπτυξη του τεχνολογικού οικοσυστήματος, καθώς και σε πολλούς άλλους κρίσιμους κλάδους της κυπριακής οικονομίας.
Ανέφερε ότι «ο ΣΕΛΚ συμφώνησε με το αντίστοιχο επαγγελματικό σώμα της Ινδίας ICAI για σύναψη πρωτοκόλλου συνεργασίας, κάτι που αναμένεται να επικυρωθεί από την ινδική κυβέρνηση».
Απέδωσε την επιτυχία του εγχειρήματος στη στενή συνεργασία του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, υπογραμμίζοντας ότι «είμαι σίγουρος ότι αν συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο θα καταφέρουμε να κάνουμε βήματα μπροστά όχι μόνο με την Ινδία, όχι μόνο με τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής όπου ήδη παρατηρούμε το όραμα και τις προσπάθειες σιγά – σιγά να αποδίδουν καρπούς, αλλά και με τις χώρες της Μέσης Ανατολής, την Ελλάδα και άλλες ευρωπαϊκές αγορές».
Υποστήριξε ότι δεν υπάρχει περιθώριο εφησυχασμού, καθώς η συνέχιση ενίσχυσης και θωράκισης της οικονομίας αποτελεί αναπόσπαστο και κρίσιμο στόχο για τη διασφάλιση της βιώσιμής ανάπτυξης και σταθερότητας.
«Η Κύπρος είναι και θα πρέπει να παραμείνει ένας σταθερός και φιλικός προς τους επενδυτές προορισμός, που προσφέρει συγκριτικά πλεονεκτήματα για την επέκταση των επιχειρήσεων τους στην ευρύτερη περιοχή», παρατήρησε.
Πρόσθεσε ότι «η διατήρηση και ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της κυπριακής οικονομίας δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένη ή αυτονόητη.
Ιδιαίτερα υπό το φως των προκλήσεων που παρουσιάζονται στο διεθνές εμπόριο και της αναιμικής ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη συνεχών και στοχευμένων μεταρρυθμιστικών δράσεων, οι οποίες πρέπει να έχουν σκοπό, την υποκατάστατη και ενίσχυση της διεθνούς φήμης της Κύπρου, τόνισε.