Η Ουάσιγκτον βιάζεται, η Μόσχα καθυστερεί – Ο κίνδυνος μιας ψευδούς εκεχειρίας
Η επικείμενη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν —εφόσον τελικά πραγματοποιηθεί μέσα στις επόμενες ημέρες— αναμένεται να εξελιχθεί σε σημείο καμπής για τον πόλεμο στην Ουκρανία. Ή, αντιθέτως, σε μια ακόμη χαμένη ευκαιρία, πιθανώς μάλιστα με βαρύτερο κόστος από τις προηγούμενες.
Με τον Τραμπ να πιέζει για άμεση κατάπαυση πυρός και το Κρεμλίνο να επιδεικνύει “θετικά” μηνύματα χωρίς πρακτικά αποτελέσματα, η διπλωματική σκηνή κινείται πλέον σε τεντωμένο σχοινί, όπου η παραμικρή παρανόηση μπορεί να έχει στρατηγικές συνέπειες.
Αν και ο Αμερικανός πρόεδρος προσβλέπει σε μια προσωπική “ειρηνευτική επιτυχία” που θα ενισχύσει το αφήγημα του ισχυρού ηγέτη και πιθανώς να του εξασφαλίσει και μια υποψηφιότητα για Νόμπελ, οι αμφιβολίες αυξάνονται: Πρόκειται για πραγματική πρόοδο ή για μια καλοστημένη παγίδα του Πούτιν;
Οι μέχρι τώρα κινήσεις της Μόσχας δείχνουν προσήλωση στην παράταση του πολέμου, παρά στις πιέσεις για λύση. Η εστίαση του Κρεμλίνου στη διατήρηση του πολέμου ως θεμελίου της εσωτερικής νομιμοποίησης του καθεστώτος και της πολεμικής οικονομίας, ενισχύει την υποψία πως η Ρωσία δεν έχει κανένα πραγματικό κίνητρο για ειρήνη με όρους Δύσης.
Η Ουάσιγκτον, ανυπόμονη και πολιτικά πιεσμένη, μπορεί να καταλήξει να διευκολύνει ρωσικά σχέδια υπό τον μανδύα της διπλωματίας. Όπως τονίζει ο αναλυτής Στίβεν Κόλινσον, «η ιστορία διδάσκει πως πίσω από τα χαμόγελα των συναντήσεων Τραμπ–Πούτιν, σπάνια υπήρξαν δεσμεύσεις με διάρκεια».
Ακόμα κι αν συμφωνηθεί κάποια μορφή μερικής εκεχειρίας ή “παύσης αεροπορικών επιθέσεων”, όπως αφήνουν να εννοηθεί πηγές των ΗΠΑ, είναι σαφές πως η Μόσχα διατηρεί την ευχέρεια να αναιρέσει κάθε συμφωνία στο πεδίο.
Στο μεταξύ, ο Τραμπ φαίνεται πως πιέζει για άμεσα αποτελέσματα —ίσως και για λόγους εσωτερικής εικόνας— την ώρα που η στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία αυξάνεται, και οι κυρώσεις στο ρωσικό πετρέλαιο σκληραίνουν, επιτείνοντας την ένταση στις σχέσεις ΗΠΑ–Ρωσίας και ΗΠΑ–Ινδίας.
Το ερώτημα είναι πλέον αν αυτή η συνάντηση θα μείνει στην ιστορία ως σημείο εκτόνωσης ή ως νέο στρατηγικό λάθος, σε έναν πόλεμο όπου κάθε διπλωματική ψευδαίσθηση μπορεί να κοστίσει ζωές και διεθνή αξιοπιστία.