Γιατί πέφτει το πετρέλαιο εν μέσω κρίσης στη Μέση Ανατολή – Μια ψυχρή εξίσωση ισχύος και ισορροπίας
Την ώρα που η Μέση Ανατολή φλέγεται από γεωπολιτική ένταση, με τον κίνδυνο ανάφλεξης ανάμεσα σε Ιράν και Ισραήλ να παραμένει παρών, οι αγορές πετρελαίου δείχνουν αξιοσημείωτη αυτοσυγκράτηση. Αντί να δούμε τις τιμές να εκτοξεύονται όπως έχουμε συνηθίσει σε ανάλογες κρίσεις, το πετρέλαιο υποχωρεί – με πτώση που ξεπέρασε το 5% μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα. Γιατί όμως συμβαίνει αυτό;
Η απάντηση δεν βρίσκεται μόνο στη Μέση Ανατολή, αλλά στο πώς λειτουργεί πλέον ο διεθνής ενεργειακός καπιταλισμός. Οι πρώτες ημέρες της έντασης προκάλεσαν μια στιγμιαία νευρικότητα στις τιμές, όμως αυτή δεν εξελίχθηκε σε πραγματικό ράλι. Οι επενδυτές δεν «αγοράζουν τον φόβο», αλλά αξιολογούν το πραγματικό ρίσκο. Το γεγονός ότι η πρόταση για κατάπαυση του πυρός από τις Ηνωμένες Πολιτείες έγινε αποδεκτή και από τις δύο πλευρές έστειλε σήμα αποκλιμάκωσης. Ακόμα και τα πυραυλικά χτυπήματα του Ιράν προς αμερικανικές βάσεις, που δεν προκάλεσαν απώλειες ή ζημιές, λειτούργησαν περισσότερο ως ένδειξη περιορισμένης πρόθεσης παρά ως προπομπός πολέμου.
Σε δεύτερο επίπεδο, αυτό που οδηγεί τις τιμές χαμηλά είναι η δομή της ίδιας της παγκόσμιας αγοράς πετρελαίου. Το 2025 βρίσκει την προσφορά να υπερβαίνει τη ζήτηση. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, η παγκόσμια παραγωγή αυξάνεται κατά 1,8 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, ενώ η ζήτηση μόλις που ξεπερνά τις 700 χιλιάδες. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει σημαντικό πλεόνασμα, το οποίο λειτουργεί σαν «αμορτισέρ» για οποιαδήποτε γεωπολιτική αναταραχή.
Η αυξημένη παραγωγή δεν προέρχεται μόνο από τις ΗΠΑ, αλλά και από χώρες του ΟΠΕΚ που είχαν μειώσει την παραγωγή τους την προηγούμενη διετία για να συγκρατήσουν τις τιμές. Πλέον, η επιστροφή τους στην πλήρη λειτουργία και η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας, ενισχυμένη από τις αυξήσεις δασμών που προωθεί ο Ντόναλντ Τραμπ, καθιστούν οποιαδήποτε εκτίναξη της τιμής βραχυχρόνια – εκτός αν σημειωθεί ένα πραγματικό σοκ στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Και εδώ ακριβώς εντοπίζεται ο βασικός παράγοντας που θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα: το κλείσιμο των Στενών του Ορμούζ. Από αυτή τη στενή θαλάσσια δίοδο περνά το 20% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου – περίπου 20 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα. Αν το Ιράν αποφάσιζε να μπλοκάρει τα Στενά, οι τιμές θα μπορούσαν πράγματι να φτάσουν τα 90 δολάρια ανά βαρέλι ή και περισσότερο, σύμφωνα με εκτιμήσεις της Citi. Όμως ακόμη και αυτό το σενάριο θεωρείται από πολλούς αναλυτές ως προσωρινό και εύκολα αντιστρέψιμο. Η στρατιωτική παρέμβαση των ΗΠΑ και άλλων δυνάμεων θα ήταν άμεση για να επαναφέρουν τη ροή.
Ακόμη πιο επικίνδυνο – και ταυτόχρονα πιο δύσκολο να διαχειριστεί – θα ήταν ένα χτύπημα στις υποδομές: σε αγωγούς, διυλιστήρια ή σημεία αποθήκευσης πετρελαίου σε Ιράν, Σαουδική Αραβία ή Εμιράτα. Όμως και σε αυτή την περίπτωση, η σημερινή πλεονάζουσα προσφορά λειτουργεί ως ανασχετικός παράγοντας.
Το συμπέρασμα είναι ότι οι επενδυτές βλέπουν τη μεγάλη εικόνα. Δεν τους αρκεί να υπάρξει ένταση ή ρητορική. Θέλουν να δουν διακοπή ροής ή καταστροφή υποδομών για να τιμολογήσουν πραγματικό ρίσκο. Αντίθετα, όσο η παγκόσμια παραγωγή ξεπερνά τη ζήτηση, και οι περισσότερες εντάσεις καταλήγουν σε διπλωματικά παζάρια ή αναποτελεσματικές επιθέσεις, η αγορά παραμένει σε ήπια τροχιά.
Ωστόσο, αυτή η σταθερότητα είναι παραπλανητική. Ένα σοβαρό επεισόδιο – είτε στρατιωτικό είτε πολιτικό – μπορεί να επαναφέρει την αβεβαιότητα με εκρηκτικό τρόπο. Η τρέχουσα περίοδος δεν είναι περίοδος ισορροπίας. Είναι περίοδος εύθραυστης επιβίωσης μέσα σε μια γεωπολιτική παγίδα – και το πετρέλαιο είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου.