Η κυπριακή οικονομία αναμένεται να καταγράψει ψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης στην τριετία 2024-2027, σύμφωνα με εκτιμήσεις που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας της Κύπρου.
Το μεσοπρόθεσμο βασικό σενάριο που παρουσιάζεται στο Πρόγραμμα, το οποίο με βάση τη διαδικασία υποβλήθηκε στην ΕΕ, προβλέπει ότι η οικονομία θα στραφεί ξανά σε τροχιά ανάκαμψης από το 2024 και μετά, μετά την επιβράδυνση με ρυθμό 2,5% το 2023.
Προβλέπεται αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ σε 2,9% το 2024, 3,1% το 2025, 3,2% το 2026 και 3,3% το 2027.
Όπως σημειώνεται, ο υψηλός βαθμός αβεβαιότητας περιβάλλει και πάλι το φετινό προφίλ προβλέψεων λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, των κυρώσεων ΗΠΑ/ΗΒ που επιβλήθηκαν αλλά και λόγω της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή.
Αναφέρεται ακόμη ότι υπάρχουν οικονομικές συνέπειες λόγω των κυρώσεων ΗΠΑ/ΗΒ που επιβλήθηκαν σε επαγγελματικές υπηρεσίες (λογιστές και δικηγόροι) και συνέπειες στον τουριστικό τομέα λόγω των συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή.
«Ο τουρισμός και οι επενδύσεις έχουν επηρεαστεί σε μικρό μόνο βαθμό από το ξέσπασμα της σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή, αλλά η νέα σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν προσθέτει έναν επιπλέον βαθμό αβεβαιότητας στις προοπτικές ανάπτυξης. Λόγω της καταληκτικής ημερομηνίας στα τέλη Μαρτίου 2024, αυτή η πρόβλεψη δεν περιλαμβάνει πιθανές επιπτώσεις από μια πιθανή νέα σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ», σημειώνεται.
Τονίζεται ότι παρά την επιβράδυνση της ανάπτυξης το 2023, η κυπριακή οικονομία επιδεικνύει συνεχή δύναμη και ανθεκτικότητα ακόμη και με το νέο εξωτερικό σοκ που προήλθε από τη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή εκείνο το έτος.
Στη μεσοπρόθεσμη περίοδο 2025-2027, η ανάπτυξη προβλέπεται να επιταχυνθεί περαιτέρω και να παραμείνει ισχυρή. Η αναμενόμενη βελτίωση του ρυθμού ανάπτυξης οφείλεται στην εγχώρια ζήτηση (λόγω του υψηλότερου πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος και τη συνεχιζόμενη ανθεκτικότητα στην αγορά εργασίας).
Η εξωτερική ζήτηση θα συμβάλει θετικά στο ΑΕΠ από το 2025, λόγω της αναμενόμενης ανάκαμψης των τουριστικών και μη τουριστικών εξαγωγών υπηρεσιών (εξαγωγές ΤΠΕ, ναυτιλιακές και επιχειρηματικές υπηρεσίες).
Η πραγματική κατανάλωση, μετά την πολύ έντονη ανάπτυξη την περίοδο 2021-23, εν μέρει λόγω της ανάκαμψης της πραγματικής ιδιωτικής κατανάλωσης μετά τον COVID και τα lockdown, αναμένεται να επιβραδυνθεί σε περίπου 2% ετησίως το 2025-2027.
Στα άνω της η τουριστική βιομηχανία
Ο τουρισμός αναμένεται να συνεχίσει να βελτιώνεται το 2025-2027 αλλά με βραδύτερο ρυθμό από τότε που έφτασε τα προ κρίσης επίπεδα.
Από κλαδική άποψη, η ανάπτυξη αναμένεται να είναι ευρείας βάσης και δεν αναμένεται να υποδηλώνει αρνητική ανάπτυξη σε κανέναν τομέα.
Οι τομείς που αναμένεται να συμβάλουν περισσότερο στην ανάπτυξη την περίοδο 2024-2027 περιλαμβάνουν κυρίως εκείνους που σχετίζονται με το εμπόριο και τις τουριστικές δραστηριότητες.
Άλλοι παράγοντες ανάπτυξης, αλλά σε μικρότερο βαθμό, περιλαμβάνουν τις δραστηριότητες πληροφόρησης και επικοινωνίας, ο κατασκευαστικός τομέας (επένδυση μη οικιστικού ιδιωτικού τομέα λόγω των μεγάλων και πολυετών έργων υποδομής σε εξέλιξη και επιπλέον, από έργα που χρηματοδοτούνται από το RRF) και τέλος από τον μεταποιητικό τομέα (εξαγωγική φαρμακοβιομηχανία).
Μετά το 2023, κατά το οποίο οι μόνοι τομείς που κατέγραψαν μικρή αρνητική ανάπτυξη ήταν οι χρηματοοικονομικές και ασφαλιστικές δραστηριότητες και οι άλλες επιχειρηματικές υπηρεσίες (λόγω των κυρώσεων ΗΠΑ/ΗΒ που επιβλήθηκαν κατά της Ρωσίας), το 2024 αλλά και κατά την περίοδο 2025-2027, προβλέπεται ελαφρά θετική συνεισφορά.
Προς μείωση ο πληθωρισμός
Ο πληθωρισμός, εκτιμάται ότι θα μειωθεί περαιτέρω σε σύγκριση με το 2023 στο 2,5% το 2024 και στη συνέχεια θα κυμανθεί στο 2,0% τα έτη 2025-2027.
Η περαιτέρω υποχώρηση του πληθωρισμού αναμένεται από την προβλεπόμενη συνεχιζόμενη αποδυνάμωση των πληθωριστικών πιέσεων που διαμορφώθηκαν τα προηγούμενα έτη από εξωγενείς παράγοντες και κυρίως από την πλευρά της προσφοράς καθώς και από την επίδραση της ενιαίας νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ που εξακολουθεί να έχει κατασταλτική επίδραση.
Επιπλέον, οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας, η αναμενόμενη εξομάλυνση των περιθωρίων κέρδους των επιχειρήσεων και οι συγκρατημένες αυξήσεις μισθών αποτελούν έναν επιπλέον παράγοντα για την επιβράδυνση της ανάπτυξης το 2024-2027.
Μείωση του ποσοστού ανεργίας
Όπως αναφέρεται, η αγορά εργασίας συνεχίζει να στηρίζει την κυπριακή οικονομία. Η ανεργία αναμένεται να μειωθεί στο 5,8% του εργατικού δυναμικού το 2024 από 6,1% το 2023 με την απασχόληση να αναμένεται να αυξηθεί κατά 1,0%.
Το βασικό μακροοικονομικό σενάριο προβλέπει ότι η αγορά εργασίας θα συνεχίσει να είναι ανθεκτική και θα καταγράφει περαιτέρω βελτιώσεις μεσοπρόθεσμα.
Η δημιουργία θέσεων εργασίας, η απασχόληση και επομένως η ανεργία αναμένεται να συνεχίσουν να βελτιώνονται περαιτέρω κατά την περίοδο 2024-2027.
Από το 2025 και μετά, η απασχόληση προβλέπεται να αυξηθεί με ρυθμό περίπου 1,3% κατά μέσο όρο. Ταυτόχρονα, το μέσο ετήσιο ποσοστό ανεργίας προβλέπεται να ακολουθήσει πτωτική πορεία. Σύμφωνα με την αναμενόμενη αύξηση του ΑΕΠ, η ανεργία αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω σε 5,5% το 2025, 5,3% το 2026 και 5,1% το 2027, κοντά στο φυσικό της ποσοστό ανεργίας, διασφαλίζοντας έτσι τη μακροοικονομική σταθερότητα.
Η αύξηση των μισθών, όπως αντικατοπτρίζεται στις αποδοχές ανά εργαζόμενο, μετά την αύξηση κατά 5,6% το 2023 αναμένεται να ανέλθει στο 6,9% σε ονομαστικούς όρους. Η αύξηση αυτή οφείλεται μεταξύ άλλων στις αυξήσεις των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης το 2024. Στη συνέχεια, οι μισθοί αναμένεται να σημειώσουν μέτριους ρυθμούς ανάπτυξης μετά την επιβράδυνση των τιμών.
Οι κίνδυνοι για την οικονομία είναι κοντά στην Κύπρο
Οι κίνδυνοι που σχετίζονται με τις προβλέψεις έχουν ως επί το πλείστον καθοδική τάση, δεδομένου του εξαιρετικά αβέβαιου εξωτερικού οικονομικού περιβάλλοντος.
Πιο συγκεκριμένα, σημειώνεται ότι η συνεχιζόμενη σύγκρουση στη Μέση Ανατολή και μια πιθανή κλιμάκωση, θα μπορούσε να οδηγήσει σε αρνητική απόκλιση από το βασικό μακροοικονομικό σενάριο που παρουσιάζεται Πρόγραμμα Σταθερότητας, κυρίως μέσω των επιπτώσεών του στον τουρισμό και τις επενδύσεις.
Επιπλέον, η συνεχιζόμενη σύγκρουση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας που δεν δείχνει σημάδια σημαντικής αποκλιμάκωσης, η οποία εγκυμονεί κινδύνους μέσω του καναλιού περαιτέρω κυρώσεων που θα επηρεάσουν αρνητικά τον τομέα των υπηρεσιών.
Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψη την υψηλή ευαισθησία της Κύπρου στην τιμή του πετρελαίου και τις επιπτώσεις της στο κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη χώρα, οι γεωπολιτικές αναταραχές γύρω από την περιοχή της Μέσης Ανατολής και την Ουκρανία θέτει την απειλή ενός νέου γύρου αυξήσεων της τιμής του πετρελαίου.
Η αύξηση του κόστους της ηλεκτρικής ενέργειας μεταδίδεται στην τιμή των τελικών προϊόντων, καταστέλλοντας έτσι τα διαθέσιμα εισοδήματα και, ως εκ τούτου, την κατανάλωση.
Η ιδιωτική κατανάλωση και οι επενδύσεις μπορούν επίσης να επηρεαστούν αρνητικά από αυστηρότερες από τις αναμενόμενες συνθήκες χρηματοδότησης.
Οι εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα εξακολουθούν να θεωρούνται ως πηγή καθοδικού κινδύνου λόγω του ποσοστού των μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), αν και ο κίνδυνος μπορεί να χαρακτηριστεί μέτριος έως χαμηλός, λαμβάνοντας υπόψη τις συνεχιζόμενες προσπάθειες για αποτελεσματική μείωση του επιπέδου των ΜΕΔ, τις αναμενόμενες μειώσεις των επιτοκίων και την ισχυρή κεφαλαιακή θέση και την άφθονη ρευστότητα του κυπριακού τραπεζικού συστήματος.
Τέλος, το βασικό σενάριο δεν ενσωματώνει ακόμη κινδύνους που σχετίζονται με το κλίμα στις αξιολογήσεις της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, της βιωσιμότητας του χρέους και της οικονομίας. Ανοδικά, οι προβλέψεις για την αύξηση του ΑΕΠ που παρουσιάζονται στο Πρόγραμμα Σταθερότητας μπορεί να αποκλίνουν θετικά από το βασικό σενάριο από μια καλύτερη από την αναμενόμενη υλοποίηση επένδυσης, μεταξύ άλλων μέσω του RRP.