Η Κεντρική Τράπεζα Κύπρου πραγματοποίησε σήμερα την πρώτη ειδική συνεδρία με τους Συνδέσμους Επιχειρήσεων για το ψηφιακό ευρώ, εν μέσω αβεβαιότητας και προβληματισμού για το μέλλον του χρηματοοικονομικού τοπίου. Παρά τις αναγγελθείσες ευκαιρίες, η παρουσίαση του κ. Στέλιου Γιωργάκη ανέδειξε τις πολλές αβεβαιότητες που συνοδεύουν το επερχόμενο ψηφιακό νόμισμα, καθώς και τα απαραίτητα βήματα που πρέπει να κάνουν οι επιχειρήσεις για να προετοιμαστούν για τις επερχόμενες αλλαγές.
Σύμφωνα με τον κ. Γιωργάκη, το ψηφιακό ευρώ θα προσφέρει «μία επιπρόσθετη επιλογή για τις επιχειρήσεις», χωρίς να διευκρινίζεται, ωστόσο, το κόστος της μετάβασης και τις πιθανές επιπτώσεις από την έλλειψη πλήρους αποδοχής στην αγορά. Παράλληλα, ο κ. Γιωργάκης υπογράμμισε ότι οι επιχειρήσεις θα αποκτήσουν «δυνατότερη διαπραγματευτική θέση» με τους παρόχους πληρωμών, χωρίς να αναφερθεί συγκεκριμένα αν οι νέοι κανόνες θα καταφέρουν να πιέσουν τις τράπεζες και τους παρόχους για πιο ανταγωνιστικά τέλη.
Επιπλέον, ενώ το ψηφιακό ευρώ θα εξασφαλίσει ταχύτερη και ασφαλέστερη διεκπεραίωση πληρωμών, δεν μπορεί να αγνοηθεί η πραγματικότητα ότι το σύστημα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την τεχνολογική υποδομή και την υιοθέτηση του από τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές. Οι επιχειρήσεις καλούνται να επενδύσουν σε νέο εξοπλισμό και τεχνολογία χωρίς να είναι βέβαιο ότι η υιοθέτηση του ψηφιακού ευρώ θα πραγματοποιηθεί άμεσα από το σύνολο της αγοράς.
Όπως και να έχει, το ψηφιακό ευρώ υπόσχεται καινοτομία και αλλαγή στον τρόπο που στέλνουμε και λαμβάνουμε πληρωμές, με τον κ. Γιωργάκη να προειδοποιεί πως οι επιχειρήσεις που θα προετοιμαστούν έγκαιρα θα κερδίσουν το προβάδισμα στον ανταγωνιστικό κόσμο των πληρωμών. Ωστόσο, η πραγματική πρόκληση έγκειται στο αν οι επιχειρήσεις θα μπορέσουν να προσαρμοστούν γρήγορα στις νέες απαιτήσεις και να αξιοποιήσουν τα προνόμια χωρίς να αντιμετωπίσουν ανεπιθύμητες συνέπειες.
Εν κατακλείδι, οι κυπριακές επιχειρήσεις βρίσκονται μπροστά σε έναν νέο χρηματοοικονομικό ορίζοντα, αλλά η επιτυχία της υιοθέτησης του ψηφιακού ευρώ θα εξαρτηθεί από το πόσο γρήγορα και αποτελεσματικά θα ξεπεραστούν τα τεχνολογικά, νομικά και οικονομικά εμπόδια.